Κεντρική σελίδα Κεντρική σελίδα
Γενικές πληροφορίες Σύλλογος γονέων και κηδεμόνων

Τοποθεσία
Δραστηριότητες

Τμήματα
Αίθουσες

 

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ
Γλωσσάρι ιδιωματισμών περιοχής Πτελεού

Τη σχολική χρονιά 1997-98 η περιβαλλοντική ομάδα του σχολείου μας αποφάσισε, πάντα με τη βοήθεια των συντονιστών εκπαιδευτικών, να καταγράψουν όλες αυτές τις λέξεις που αποτελούν το λεγόμενο γλωσσάρι ή γλωσσικό ιδίωμα της περιοχής του Πτελεού.

Λέξεις που σήμερα μόνο στα χείλη των γερόντων διασώζονται. Έτσι σε ένα όμορφο βιβλίο που εκδόθηκε με αλφαβητική σειρά και ερμηνεία, δόθηκαν εκατοντάδες λέξεις της τοπικής διαλέκτου, μια έρευνα πολύτιμη και διαχρονική.

   
Καβάσης : Θυρωρός
Καβατζάρω : Πηδώ ένα εμπόδιο
Καβατζέρνω : Πηδώ ένα εμπόδιο
Καζίκι : Παλούκι
Καθάνα : Σκάφη πλυσίματος
Καθάριο : Ψωμί από σιτάρι
Κάθε ταχινή : Κάθε πρωί
Κακκάβι : Κατσαρόλα με ένα χέρι
Κακαράτζες : Απόβλητα του οργανισμού μας
Καλαμίθρα : Είδος φυτού
Καλάρω : Ρίχνω τα δίχτυα
Κάλεσσο πρόβατο : (Αλβανικά) Το λευκό με
μαύρες ραβδώσεις στο πρόσωπο
Καλουργιά : Καλλιέργεια
Κανακεύω : Χαϊδεύω , καλομαθαίνω
Κανίσκι : Δώρο
Κανούτος : (Ρουμάνικα) Ξανθός
Καντάνι : Λακκούβα με νερό όπου χτυπούσαν τα
μάλλινα ρούχα για να γίνουν πιο πυκνά
Κάνω πάστρα το σοφά : Καταβροχθίζω το φαγητό
Καούνι : Ξυλάγγουρο
Καπρικός : Κρέας αγριόχοιρου
Καραβόπουλο : Μικρό καράβι
Καραντί : Εγγύηση
Καράς (Άλογο) : Μαύρο άλογο
Καρβέλι : (Σλαβικά) Ψωμί
Καρνάδος : Στο χρώμα του κρέατος
Καρούτα : ( Σλαβικά) Μεγάλος κάδος
Καρτάνα : Ασθένεια
Κασκέτο : Χαμηλό καπέλο με γείσο
Καστανιάζω : Παίρνω το χρώμα του κάστανου
Καταλαχού : Όπου λάχει
Καταχυτά : Οι ξυλωσιές της σκεπής
Κατένε : Ξέρουνε
Κατέχω : Ξέρω
Κατζιλιέρης : Κορυδαλλός
Κατιντίς : Κάτι
Κατσηλέρης : Κορυδαλλός
Κατσίβελος : Γύφτος
Κάτω καύκαλος : Το κάτω μέρος του ψωμιού
Καυκί : Γαβάθα , ξύλινο ποτήρι
Κεμέρι : Ζώνη στην οποία βάζουμε λεφτά , πουγκί
Κερεστές : Ξυλεία
Κεροζώνω : Αφιερώνω , τυλίγω την εκκλησία του
Αγίου που με βοήθησε με λεπτό κερί
Κιάμε : Ώστε
Κιανείς : Κανείς
Κιμινάτος : Στο χρώμα του κύμινου
Κιρίκι : Χοντροκομμένος καπνός
Κλειδοπίνακο : Μικρό δοχείο για τρόφιμα
Κλιναύτης : Σκυλί ή άλογο με πεσμένα αυτιά
Κλιναύτικος : Σκυλί ή άλογο με πεσμένα αυτιά
Κοιλοπονώ : Γεννώ
Κολαϊνα : Λαιμαριά
Κολαϊνη : Λαιμαριά
Κονάκι : Σκηνή , σπίτι
Κολάνι : Μέρος της σαγής του αλόγου
Κονεύω : Καταλύω κάπου για να κοιμηθώ
Κοντοκάπι : Μάλλινο παλτό
Κόντυλας : Κοτσάνι
Κοντύλι : Μολύβι
Κοπέλι : Αγόρι
Κοτρόνι : Τραχιά πέτρα
Κούδα : Ουρά του φορέματος (Μεταφ.) Η άκρη του χορού
Κοντραμπατζής : Λαθρέμπορος
Κουζουλαίνομαι : Τρελαίνομαι
Κουζουλός : Τρελός , χαζός
Κουκούδι : Σπυρί
Κουλαντρίζω : Δαμάζω , συγκρατώ
Κουμαράκι : Μικρό κύπελλο
Κουμάσι : Ύφασμα
Κουματέλ' λαδέλ' : Λίγο λάδι
Κουμούλα : Σωρός
Κουνενός : Κανάτι πήλινο
Κουρμπάτσι : Μαστίγιο
Κουρνιαχτός : Σκόνη
Κουρούπι : Μικρό πιθάρι
Κουτουρού : Στην τύχη
Κουτρίδι : Αστράγαλος
Κουτσάκια : Ειδικές θέσεις για να κρεμάμε πράγματα
Κούτσικο : Μικρό
Κουτελίτης : Κεφαλοδεσιά
Κουτσουμάρω : Επιδεικνύω
Κουφολαχανίδα : Κούφια λαχανίδα
Κοχεύω : Κοιτάζω από τη γωνία
Κρεβατίνα : Κληματαριά
Κρεματζούλια : Μικρά κρεμαστά κοσμήματα
Κρένω : Ομιλώ
Κρίμα : Αμάρτημα , έγκλημα
Κυράτσα : Κουνιάδα
Κωλοσούρα : Σουσουράδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
   
mail@gym-pteleou.mag.sch.gr